Τις τελευταίες μέρες, διαδραματίστηκαν στις σχολές τα γνωστά εκφυλιστικά φαινόμενα της οργανωτικού τύπου αντιπαράθεσης πολιτικών διαφορών μεταξύ δυνάμεων που αναφέρονται στην αριστερά και στο κίνημα. Συγκεκριμένα, αυτή τη φορά οι τραμπουκισμοί και οι ξυλοδαρμοί συνέβησαν μεταξύ μελών της ΑΡΙΣ και του ΝΑΡ (που κατά τα άλλα συνυπάρχουν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στα ΕΑΑΚ), οι οποίοι ξεκίνησαν από την Θεσσαλονίκη σε Αρχιτεκτονική και Φιλολογία και συνεχίστηκαν με την μορφή «αντιποίνων» στο Γεωπονικό της Αθήνας.
Είναι αλήθεια, ότι η πρόσφατη οργανωτική αντιπαράθεση δεν προκαλεί έκπληξη σε πολλούς. Ο λόγος είναι πως αυτή η πρακτική δυστυχώς δεν σπανίζει καθώς αποτελεί προϊόν των αντιλήψεων των εν λόγω δυνάμεων. Είναι δηλαδή, απόληξη της ιδιοκτησιακής λογικής τους προς το κίνημα και τους συλλόγους, που εκφράζεται με ηγεμονισμούς και καπελώματα σε συλλογικές διαδικασίες και πορείες, όπου με οργανωτικούς συσχετισμούς, του «εμείς είμαστε η πρωτοπορία» (αρκεί άλλωστε να το πεις και έγινες) επιβάλλονται πολιτικά σε άλλες δυνάμεις και στο μαζικό κίνημα. Παραδείγματα των παραπάνω αποτελούν άλλωστε οι τραμπουκισμοί ακόμη και σε συγκεντρώσεις – διαδηλώσεις (9 Ιούλη μέρα ψήφισης του χουντικής έμπνευσης νομοσχεδίου για τις διαδηλώσεις, 28/9 για την επίσκεψη Πομπέο) με διακύβευμα το ποιος θα πρωτοκαθήσει στην κεφαλή της πορείας ή της αλυσίδας.
Τέτοιες πρακτικές ούτε καινούργιες είναι, ούτε περιορίζονται εντός των δυνάμεων των ΕΑΑΚ αλλά χαρακτηρίζουν και την ΚΝΕ (π.χ. σκηνικά 17’ στο ΕΜΠ). Ιστορικά, στο πλαίσιο του κινήματος αυτή η λογική ξεπήδησε από τον ρεφορμισμό, που επέλεγε να απαντήσει με ξύλο και δολοφονικές επιθέσεις απέναντι στις πιέσεις που του δημιουργούσε η αντιπαράθεση κομματιών της επαναστατικής αριστεράς. Δυστυχώς, αυτές οι δυνάμεις δεν έχουν αποτινάξει από πάνω τους αυτές τις λογικές διαιωνίζοντας αυτή την ιστορική παθογένεια εντός του κινήματος. Ας θυμηθούμε την ΚΝΕ και τα λεγόμενα «ΚΝΑΤ», μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80, που αποτέλεσαν τη μήτρα τέτοιων αντιλήψεων δράσης, οι οποίες υιοθετήθηκαν και από πολλά μετέπειτα κομμάτια της ρεφορμιστικής αριστεράς. Όλοι έχουν να πουν άλλωστε για τα γνωστά ΚΝΑΤ, από την αναρχία μέχρι την «ανεξάρτητη» αριστερά, χωρίς να προβληματίζονται κατά πως φαίνεται για την υιοθέτηση αντίστοιχων πρακτικών και λογικών από τους ίδιους. Ασχέτως λοιπόν των αφορμών και το ποια πολιτική δύναμη κάθε φορά χρησιμοποιεί τέτοιες πρακτικές, αυτές είναι παρενέργειες των ρεφορμιστικών αντιλήψεων εντός της Αριστεράς, που δεν προσβλέπουν στην οικοδόμηση μαζικού κινήματος και στη διαφύλαξη της δημοκρατικής λειτουργίας των οργάνων του. Αντίθετα, αρκούνται στο να κατοχυρώνουν με κάθε μέσο έναν «εικονικό» πολιτικό έλεγχο με όρους οργανωτικούς και επιβολής.
Γιατί πρέπει να καταγγελθούν αυτές οι πρακτικές μέσα στα πλαίσια του κινήματος;
- Γιατί, τέτοιες άθλιες πρακτικές είναι ξένες και ανταγωνιστικές με το κίνημα, την αριστερά και τον κόσμο που θέλει να συμβάλει στην υπηρέτηση της αναγκαίας λαϊκής πάλης απέναντι στην λυσσαλέα επίθεση των δυνάμεων του κεφαλαίου και της αντίδρασης.
- Είναι πλήρως αντίθετες με τις αξίες και τις αντιλήψεις που πρέπει να διαπνέουν αφετηριακά την αριστερά, αυτές της συντροφικότητας, της συναγωνιστικής αλληλεγγύης, της υγιούς πολιτικής αντιπαράθεσης και του πολιτικού διαλόγου.
- Στρέφουν το κόσμο που έχει διάθεση να αγωνιστεί στην απογοήτευση, στην αποστοίχιση από το κίνημα και τα συλλογικά του όργανα.
- Γιατί, όταν τα αστικά επιτελεία έχουν βαλθεί να χτυπήσουν τις συνδικαλιστικές ελευθερίες και το άσυλο, παρουσιάζοντας τα πανεπιστήμια ως «χώρους ανομίας», κάτι τέτοια σκηνικά, όπου οι σχολές γίνονται ρινγκ, δίνουν πάτημα στο σύστημα για να λασπολογεί εις βάρος του κινήματος.
- Γιατί, οι απαιτήσεις της εποχής μας είναι μεγάλες και απαιτούν σοβαρότητα, εμπιστοσύνη στις δυνάμεις των μαζών και της κίνησής τους.
- Γιατί η αριστερά πρέπει με την δράση της και την στάση της, να εμπνέει την νεολαία και όχι να αυτοπροβοκάρεται και να αυτοσυκοφαντείται.
- Γιατί, σε μια κρίσιμη περίοδο επέλασης της επίθεσης του συστήματος σε βάρος των πιο θεμελιωδών δημοκρατικών και εργασιακών δικαιωμάτων του λαού, της όξυνσης των πολεμικών κινδύνων και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, αλλά και των σοβαρών υγειονομικών κινδύνων, αυτές οι πρακτικές και οι αντιλήψεις αποτελούν πληγή για την προσπάθεια οικοδόμησης φοιτητικού και λαϊκού κινήματος.
Κάθε συλλογικότητα και αγωνιστής, που εμπιστεύεται τη δύναμη των συλλογικών αγώνων της νεολαίας και αναφέρεται στην αριστερά και στο κίνημα, πρέπει να διατηρεί συγκεκριμένη στάση απέναντι σ' αυτά τα περιστατικά. Η στάση αυτή δεν μπορεί να είναι ο ρόλος του διαιτητή, πρέπει να είναι στάση καταγγελίας. Τα όπλα των αγωνιστών στην αντιπαράθεση με άλλες δυνάμεις, στο εσωτερικό του κινήματος δεν μπορεί να είναι κράνη και καδρόνια, αλλά όπλα πολιτικά! H πάλη των απόψεων σε αυτή την φάση του κινήματος δε μπορεί να γίνεται με όρους οργανωτικούς, μπράτσα και ξύλο, αλλά με ουσιαστική λειτουργία των συλλογικών οργάνων, ουσιαστικό διάλογο και συζήτηση σε αυτά! Η προώθηση της αναγκαίας κοινής δράσης στην κατεύθυνση της αντίστασης και της υπηρέτησης του εργατικού λαϊκού κινήματος δε χωράει ηγεμονισμούς, αλλά απαιτεί δημοκρατική λειτουργία και πολιτική πάλη απόψεων. Η νέα γενιά αγωνιστών καλείται να αποτινάξει από πάνω της τις παθογένειες της αριστεράς της ήττας και να αναμετρηθεί με αυτές. Να απομονώσει τέτοιες πρακτικές και αντιλήψεις για να μπορέσει να συμβάλλει αποτελεσματικά στο ξεπήδημα εστιών αντίστασης και μετώπων πάλης λαού και νεολαίας.