Το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού έφερε σύσσωμο τον αστικό κόσμο αντιμέτωπο με μία πρωτόγνωρη κατάσταση. Είχε προηγηθεί η διάλυση των συστημάτων υγείας και η χρόνια επίθεση στο δικαίωμα των λαών σε περίθαλψη και πρόληψη. Οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο (και στην Ελλάδα), συνεχιστές των ίδιων πολιτικών, επέλεξαν να αντιμετωπίσουν την κατάσταση με απαγορεύσεις κυκλοφορίας, καραντίνα και εγκλεισμό του κόσμου στα σπίτια του. Οι συνθήκες αυτές, σε συνδυασμό με την πρόθεση του συστήματος και της εργοδοσίας να κάνουν την κρίση (και) «ευκαιρία», δημιούργησαν νέα δεδομένα: κυρίως ως προς την εξ αποστάσεως εργασία (για όσους εργαζόμενους εφαρμόστηκε ο εγκλεισμός, μιας και εργάτες, ντελιβεράδες και υγειονομικό προσωπικό βρέθηκαν να δουλεύουν δια ζώσης στις χειρότερες συνθήκες και πολλές φορές χωρίς μέσα προστασίας), αλλά και ως προς την τηλεκπαίδευση.
Τι είδαμε αυτό το διάστημα:
Για την τηλε-εργασία
Η πανδημία επέτρεψε το περαιτέρω ξεσάλωμα της εργοδοσίας και το χτύπημα σε κάθε δικαίωμα και κατάκτηση της εργατικής τάξης. Μέσα σε αυτό το σκηνικό φάνηκε ότι για τους εργαζόμενους εξ αποστάσεως τα εργασιακά δικαιώματα είναι ακόμη λιγότερο δεδομένα, ιδιαίτερα η έννοια του οχτάωρου και η μόνιμη εργασία. Τηλε-εργαζόμενοι αναγκάστηκαν όλο αυτό το διάστημα να είναι stand by και να δουλεύουν όποτε τους παραγγείλει το αφεντικό τους, με αποτέλεσμα ακόμη μεγαλύτερη ελαστικοποίηση του εργασιακού ωραρίου. Στο όνομα της επιτήρησης της κατ’ οίκον δουλειάς, καταπατήθηκαν και τα πιο στοιχειώδη δικαιώματα στην προσωπική ζωή των εργαζόμενων. Πολλοί κλήθηκαν να συναινέσουν στην παρακολούθησή τους κατά τη διάρκεια των εργάσιμων ωρών μέσω κάμερας από τους εργοδότες «για να επιβεβαιώνεται η αποδοτικότητά τους».
Επιπλέον, η τηλεργασία δίνει στο σύστημα την καλύτερη αφορμή για να προωθήσει ακόμη περισσότερο τη «δια βίου επιμόρφωση και κατάρτιση». Η εργοδοσία, επικαλούμενη τη δήθεν ανεπάρκεια των εργαζομένων μπορεί να τους εξουθενώνει πολύ περισσότερο, προωθώντας τη λογική του κυνηγιού πιστοποιητικών και τίτλων, αφού «μια εξελισσόμενη αγορά απαιτεί καλύτερα καταρτισμένους εργαζόμενους». Ακόμη, οι τηλε-ργαζόμενοι, καθένας μόνος μπροστά σε μια οθόνη, δεν μπορούν να έχουν συλλογική αντίληψη. Είναι μακριά από τους συναδέλφους τους, τα συλλογικά τους όργανα και τους μαζικούς τους χώρους. Και οι εργαζόμενοι μακριά από τα σωματεία και τα συνδικάτα τους, δεν μπορούν να κοντράρουν ούτε τον εργοδότη τους, ούτε την κυβερνητική πολιτική που τσακίζει τα δικαιώματά τους.
Για τα τηλε-μαθήματα
Τα ηλεκτρονικά μαθήματα, τα οποία παρουσιάζονταν από το Υπ. Παιδείας και την κυβέρνηση σαν εκσυγχρονισμός, ήρθαν εν τέλει να εντείνουν ακόμη περισσότερο τους ταξικούς φραγμούς. Απέκλεισαν φοιτητές με κακή ή καθόλου σύνδεση στο ίντερνετ, φοιτητές που μοιράζονται τον υπολογιστή τους με τα άλλα μέλη της οικογένειάς τους ή δεν έχουν καθόλου υπολογιστή. Παράλληλα, τα ηλεκτρονικά μαθήματα στις μέρες του εγκλεισμού και της απαγόρευσης ήρθαν να διευρύνουν ήδη εντατικοποιημένα προγράμματα, με ηλεκτρονικές διαλέξεις να γίνονται απογεύματα, βράδια ακόμη και σαββατοκύριακα. Οι ηλεκτρονικές διαλέξεις δεν αποδείχτηκαν καθόλου προαιρετικές τελικά, μιας και οι καθηγητές έπαιρναν κανονικά παρουσίες, ακόμη και σε μαθήματα που γίνονταν χωρίς παρουσιολόγιο προηγουμένως. Κατέρριψαν έτσι το παραμύθι που οι ίδιοι πλάσαραν, χαρακτηρίζοντας τις μέρες της καραντίνας σαν περίοδο διακοπών.
Η αρνητική παρακαταθήκη που αφήνει η τηλεκπαίδευση σίγουρα θα αξιοποιηθεί από το σύστημα και μετά την πανδημία, όπως δείχνουν οι προτροπές και τα κονδύλια της Ε.Ε. Παρόλο που δεν προορίζεται να υποκαταστήσει πλήρως την εκπαιδευτική διαδικασία, θα χρησιμοποιηθεί για την εξυπηρέτηση στοχεύσεων. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις εκπροσώπων της αστικής τάξης και τα δημοσιεύματα του αστικού τύπου, σύμφωνα με τα οποία τα τηλεμαθήματα μπορούν να αποτελέσουν απάντηση σε φοιτητικές καταλήψεις, απεργίες Μ.Μ.Μ. και όχι μόνο. Εύλογο είναι ότι ένα τηλεμάθημα μπορεί ευκολότερα να γίνει ταυτόχρονα με τις συλλογικές διαδικασίες των φοιτητών (π.χ. μία Γενική Συνέλευση) και έτσι να λειτουργήσει αντιπαραθετικά σε αυτές.
Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση δε θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να παραλείψει τους μαθητές και τους καθηγητές της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η τροπολογία που πέρασε για κάμερες στις σχολικές αίθουσες είναι ενδεικτική. Όσο για τους καθηγητές, παρά τις διαβεβαιώσεις τις Κεραμέως για την προαιρετική τηλεδιδασκαλία, ξέρουν πολύ καλά ότι μετά την πανδημία τους περιμένει η αξιολόγηση, που θα τσακίσει κι άλλο τα εργασιακά τους δικαιώματα.
Για τις τηλε-εξεταστικές
Ήδη διάφορες σχολές έχουν ανακοινώσει ότι οι εξετάσεις θα πραγματοποιηθούν ηλεκτρονικά. H ύλη που καλύφθηκε εξ αποστάσεως θεωρείται διδαχθείσα και εξεταστέα, οπότε οι τηλεξεταστικές έρχονται να επισφραγίσουν την αντιδραστική εξέλιξη της τηλεκπαίδευσης. Παρουσιάζονται και αυτές σαν «τομή» και «εκσυγχρονισμός». Στην πραγματικότητα όμως οι τηλεξετάσεις θα είναι τομή στην επίθεση στα φοιτητικά δικαιώματα και τις δωρεάν σπουδές, στον δρόμο που χαράζει η τηλεκπαίδευση συνολικότερα. Εξ ορισμού οι τηλε-εξετάσεις αποκλείουν φτωχότερους φοιτητές, που δεν έχουν πρόσβαση στα αντίστοιχα μέσα, αυξάνουν ακόμα περισσότερο την εντατικοποίηση και δίνουν επιπλέον περιθώριο για την ένταση της καθηγητικής αυθαιρεσίας. Το σύστημα γνωρίζει πολύ καλά, ότι οι τηλε-εξεταστικές θα ορθώσουν περισσότερα εμπόδια και θα κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την απόκτηση του πτυχίου. Για αυτό τον λόγο θέλει και να τις διατηρήσει, παρά τις ψεύτικες διαβεβαιώσεις για «προσωρινή» επιλογή. Είναι κρίσιμο οι φοιτητικοί σύλλογοι να αντιπαρατεθούν αποφασιστικά σε αυτές και να τις καταδικάσουν και στην πράξη. Μόνος τρόπος να μην φορτωθούν οι φοιτητές τα βάρη της πανδημίας, είναι να ξεδιπλωθεί η πάλη για αναγνώριση του εξαμήνου και κατοχύρωση των μαθημάτων χωρίς εξετάσεις!
Για το «τηλε-σύγγραμμα»:
Ήδη από την αρχή του εγκλεισμού, το υπουργείο καθησύχαζε τους φοιτητές ότι θα λάβουν τα συγγράμματα κατ’ οίκον για να αποφευχθεί ο συνωστισμός έξω από τα βιβλιοπωλεία. Με τη λήξη της καραντίνας, δεν είναι ακόμα καθόλου βέβαιο ότι όλοι οι φοιτητές θα λάβουν τα βιβλία τους, ενώ η παράδοσή τους προγραμματίζεται να ολοκληρωθεί λίγες μέρες πριν τις περισσότερες εξεταστικές. Παράλληλα, βέβαια, με την (αργή και αμφίβολη) διανομή των έντυπων συγγραμμάτων, δόθηκε από το υπουργείο το πράσινο φως στους καθηγητές να εφαρμόσουν τόσο το ηλεκτρονικό όσο και το πολλαπλό σύγγραμμα. Πρόκειται βέβαια για επιδίωξη που προωθούταν ήδη από το προηγούμενο διάστημα, με πολλά μαθήματα να έχουν ως ύλη σημειώσεις στο e-class, με απαιτήσεις στους φοιτητές να αγοράζουν σημειώσεις από τις οποίες θα εξεταστούν, με μαθήματα με απροσδιόριστη ύλη.
Το ηλεκτρονικό και το πολλαπλό σύγγραμμα οδηγούν σε διόγκωση της ύλης, ενώ λειτουργούν και ως προθάλαμος για την κατάργηση του δωρεάν έντυπου συγγράμματος. Χαρακτηριστικό είναι ότι στον νόμο Διαμαντοπούλου του 2011 – ο οποίος πλασαριζόταν ως «εκσυγχρονισμός» - προβλεπόταν η διάθεση CD στα σχολεία αντί για έντυπα βιβλία και το ηλεκτρονικού συγγράμματος στο Πανεπιστήμιο. Επίσης, τα συνεχή προβλήματα στη διανομή των συγγραμμάτων με το πρόσχημα των χρεών προς τους εκδοτικούς οίκους, όπως συνέβη και αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου Γαβρόγλου, δείχνουν ότι το δωρεάν σύγγραμμα έχει μπει ήδη σε αμφισβήτηση. Η δωρεάν διανομή έντυπου συγγράμματος είναι κατάκτηση του φοιτητικού κινήματος και μόνο το ίδιο μπορεί να την υπερασπιστεί. Χρειάζεται να παλευτεί από τους φοιτητικούς συλλόγους το αίτημα για ένα έντυπο και δωρεάν σύγγραμμα ανά μάθημα που να καλύπτει όλη την ύλη. Μόνο έτσι μπορεί να περιοριστεί η καθηγητική αυθαιρεσία στην επιλογή των θεμάτων στις εξεταστικές και η εντατικοποίηση που επιβάλλει το πολλαπλό σύγγραμμα.
Για τον τηλε-συνδικαλισμό και τις τηλε-ψηφοφορίες
Η πανδημία προκάλεσε αντικειμενικές δυσκολίες και όσον αφορά τα θέματα της παρέμβασης και συνδικαλισμού. Ο εγκλεισμός κατέστησε απολύτως απαραίτητη την ηλεκτρονική δημοσίευση υλικών και την αξιοποίηση του διαδικτύου. Επίσης το ξέσπασμα της πανδημίας και το παράλληλο προχώρημα της επίθεσης στα φοιτητικά δικαιώματα ανέδειξε την ανάγκη για πραγματοποίηση ηλεκτρονικών Διοικητικών Συμβουλίων. Ωστόσο τα ηλεκτρονικά ΔΣ πρέπει να αντιμετωπιστούν σαν μια έκτακτη επιλογή λόγω της κατάστασης και σε καμία περίπτωση να μην παγιωθούν. Ως διαδικασία των φοιτητικών συλλόγων, είναι ουσιαστική όταν γίνεται δια ζώσης ώστε να μπορεί να γίνει ζωντανή συζήτηση, αλλά και να παρακολουθηθεί από ευρύτερο δυναμικό φοιτητών.
Ο εγκλεισμός και η απομάκρυνση των φοιτητών από τα συλλογικά τους όργανα έδωσε το καλύτερο πάτημα για την πραγματοποίηση ηλεκτρονικών ψηφοφοριών. Σε διάφορες σχολές συγκεκριμένα, ομάδες «ανεξάρτητων» φοιτητών θυμήθηκαν ξαφνικά τα συλλογικά τους όργανα και με πρόσχημα τη «δημοκρατία» προχώρησαν σε ηλεκτρονικές ψηφοφορίες. Παρόλο που ευαγγελίζονται την «εξυγίανση» των συλλογικών διαδικασιών, στην πραγματικότητα χρησιμοποιούν το όχημα της πανδημίας για να υλοποιήσουν την διάλυσή τους, στην οποία απέβλεπαν από πριν. Αναφερόμενοι στον «εκφυλισμό των ζωντανών συλλογικών διαδικασιών από τις παρατάξεις», επιτίθενται στην πραγματικότητα στην ίδια την ύπαρξη των ζωντανών συλλογικών διαδικασιών, τις οποίες αντιστρατεύονται. Αξίζει να επισημανθεί ότι οι ηλεκτρονικές ψηφοφορίες έχουν προταθεί επισήμως από την ίδια την κυβέρνηση, καθώς επίσης και ότι η μεγαλύτερη παράταξη στα πανεπιστήμια (ΔΑΠ-ΝΔΦΚ) αποτελεί υποστηρικτή τους, όπως φαίνεται και από δηλώσεις μελών της ΟΝΝΕΔ. Επομένως η ιδέα αυτή δεν είναι καθόλου «ανεξάρτητη» ή «ακομμάτιστη», υπηρετεί απλά το σύστημα και τις κυβερνήσεις του.
Τόσο οι «ανεξάρτητοι» όσο και το σύστημα συνολικότερα, θέλουν τους φοιτητές καθηλωμένους στα σπίτια τους και αμέτοχους μπροστά σε μια οθόνη. Θέλουν τους φοιτητές - και τη νεολαία συνολικότερα - με σκυμμένο το κεφάλι, να περιορίζει την αγανάκτησή της στο πάτημα ενός κουμπιού, για να μπορούν να υλοποιούν την πολιτική των ταξικών φραγμών και της εντατικοποίησης πολύ πιο εύκολα. Δε θέλουν πολιτική ζύμωση ούτε πολιτικοποιημένους φοιτητές, που θα έχουν αντιληφθεί τον ρόλο τους στο πανεπιστήμιο, τους φίλους και τους εχθρούς τους. Στην πραγματικότητα οι τηλεψηφοφορίες όχι μόνο δεν αποτελούν δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά ίσα ίσα έχουν στόχο να συνεχίσουν το χτύπημα στα συλλογικά όργανα των φοιτητών, στις ζωντανές διαδικασίες μέσα από τις οποίες μπορούν οι φοιτητές να υπερασπιστούν στην πράξη τα δικαιώματά τους.
Για την «τηλε-αριστερά»
Για την υπόλοιπη αριστερά η πανδημία αποτέλεσε συνθήκη αποκάλυψης του πιο ρεφορμιστικού της εαυτού. Η ΠΚΣ έφτασε μέχρι και να πανηγυρίζει για την τηλεκπαίδευση, να βαφτίζει κατάκτηση του φοιτητικού κινήματος τη διεξαγωγή διαλέξεων και εργαστηρίων από απόσταση, αναγνωρίζοντας ως μόνο πρόβλημα την έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής. Σε περίπτωση μάλιστα που πραγματοποιούνταν ηλεκτρονικές εξετάσεις, μόνο πρόβλημα γι’ αυτή θα ήταν η κακή σύνδεση στο ίντερνετ και η απουσία υπολογιστών. Αντίστοιχη στάση κράτησαν και αρκετά σχήματα των ΕΑΑΚ που εκτός των άλλων θεώρησαν πρόβλημα την απουσία «ακαδημαϊκού διαλόγου». Κοινή στάση, που κράτησαν τόσο η ΚΝΕ όσο και τα ΕΑΑΚ, ήταν αυτή της αποθέωσης της συνδιοικητικής λογικής. Οι δυνάμεις αυτές παρόλο που τάχα αναγνωρίζουν την απάτη της συνδιοίκησης, δεν είχαν ποτέ πρόβλημα με το να κάθονται στο ίδιο τραπέζι με τους καθηγητές - υλοποιητές της επίθεσης στα πανεπιστήμια και να κάνουν το φοιτητικό κίνημα συνυπεύθυνο στην επίθεση. Κάπως έτσι βρέθηκαν σε κοινή τηλεδιάσκεψη με καθηγητές “για να μεταφέρουν τα αιτήματα των φοιτητικών συλλόγων”. Από την αντεπίθεση δηλαδή που τους αρέσει να σαλπίζουν ανά πάσα ώρα και στιγμή κατέληξαν εξ αποστάσεως συνομιλητές με καθηγητές αλλά και συστημικές παρατάξεις (που αν μη τι άλλο δικαιολογημένα συμμετέχουν και στη διά ζώσης και την ηλεκτρονική συνδιοίκηση).
Τέτοια στάση βέβαια δε θα μπορούσε να περιορίζεται στα φοιτητικά ζητήματα. Χαρακτηριστική η συμβολική στάση του ΚΚΕ την πρωτομαγιά, που κατέβασε στο δρόμο μόνο προέδρους σωματείων, που σαν άλλοι μεσσίες θα πάλευαν για τους εργαζόμενους χωρίς τους εργαζόμενους. “Κινητοποίηση” που έλαβε συγχαρητήρια για την υποταγή της στη νομιμότητα από σύσσωμο τον αστικό κόσμο. Σε αντίστοιχα επίπεδα κινήθηκε και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το κάλεσμα στελέχους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς τον Χρυσοχοΐδη να απολογηθεί μετά από το χτύπημα κινητοποίησης των υγειονομικών, σαν να μην είναι η αστυνομία όργανο καταστολής στα χέρια του αστικού κράτους. Και επίσης δεν μπορούμε να παραβλέψουμε καλέσματα που έγιναν σε απολυμένο κόσμο να τηλεφωνήσει στο υπουργείο εργασίας για να ανακαλέσουν την απόλυσή του. Κινήσεις που καλλιεργούν αυταπάτες ότι ένα τηλεφώνημα θα μπορούσε εν μέσω πανδημίας και ξεσαλώματος της εργοδοτικής αυθαιρεσίας να καταφέρει όσα δεν έχει πετύχει το κίνημα με αγώνες χρόνων.
Τι μας περιμένει από εδώ και πέρα και πώς το αντιμετωπίζουμε;
Είναι γεγονός, ότι κομμάτι της ψηφιακής ζωής που άφησε στο διάβα του ο κορωνοϊός και το συνακόλουθο τσάκισμα των δικαιωμάτων μας θα παραμείνει Τα διάφορα «τηλε» που προωθήθηκαν μέσα στην καραντίνα, αποκαλύπτουν με σκληρό τρόπο ότι αυτό που μας παρουσιάζουν σαν «πρόοδο» είναι η χρήση και της τεχνολογίας για το ευκολότερο ξεζούμισμα των εργαζόμενων και την όρθωση ταξικών φραγμών στις σπουδές. Φαίνεται ότι τα «άυλα» πανεπιστήμια και σχολεία της τηλεκπαίδευσης συνεπάγονται άυλα δικαιώματα.
Κατά τη διάρκεια της καραντίνας το Υπουργείο Παιδείας κατέθεσε ένα ακόμη νομοσχέδιο που θα εντείνει κι άλλο τους ταξικούς φραγμούς σε συνέχεια όλων των προηγούμενων νομοσχεδίων από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Ο εργασιακός μεσαίωνας που περιμένει τους απόφοιτους θα είναι πολύ χειρότερος από την προ κορονοϊού περίοδο. Το μόνο όπλο που είχαν και έχουν οι φοιτητές στα χέρια τους είναι τα συλλογικά τους όργανα. Η θέση των φοιτητών δεν είναι στις τηλεδιασκέψεις. Η θέση τους είναι στις γενικές συνελεύσεις, είναι στο κίνημα, στο πλάι του λαού και της εργατικής τάξης με τα δίκαια αιτήματά τους. Μόνο έτσι έχουν επιτευχθεί και θα επιτευχθούν νίκες.
Δημήτρης Βασιλάκης, Ιατρική Αθήνας
Άρθρο από το περιοδικό "Έναυσμα", τεύχος 53, άνοιξη 2020